ΠΑΘΗΣΕΙΣ
Αστάθεια Ώμου

Αστάθεια Ώμου

Η αστάθεια ώμου αποτελεί μια πάθηση-κατάσταση όπου οι δομές-τα στοιχεία που περιβάλλουν την άρθρωση του ώμου ανεπαρκούν στο ρόλο τους και δεν μπορούν να διατηρήσουν την κεφαλή του βραχιονίου στη φυσιολογική θέση της μέσα στην άρθρωση (ωμογλήνη).

Σε ήπιες περιπτώσεις, η κεφαλή ολισθαίνει/γλιστράει μερικώς εκτός της άρθρωσης (υπεξάρθρημα) ενώ σε βαρύτερες φεύγει εντελώς εκτός θέσης, με αποτέλεσμα το εξάρθρημα του ώμου. Η σταθερότητα της άρθρωσης, οφείλεται στη συνεργασία όλων των επιμέρους τμημάτων της (οστά, σύνδεσμοι, μύες και θύλακος), αλλά καμία από τις δομές αυτές δεν είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τη διατήρησή της.

Ποια είναι τα βασικότερα συμπτώματα;

Η αστάθεια του ώμου, ιδίως όταν οδηγεί σε υπεξαρθρήματα, πολλές φορές συνδέεται με πόνο που οδηγεί τον ασθενή στον ορθοπαιδικό χειρουργό. Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, ο πόνος είναι ελάχιστος ή απουσιάζει εντελώς, αλλά υπάρχει μια συνεχής δυσφορία στην περιοχή σχετιζόμενη με τις διάφορες κινήσεις (ή ακόμα και σε ανάπαυση) που προκαλεί ενόχληση και αποχή από καθημερινές δραστηριότητες και αθλήματα. Ο ασθενής έχει συνήθως τον φόβο του πιθανού εξαρθρήματος του ώμου και γιαυτό αποφεύγει συγκεκριμένες κινήσεις που πιστεύει ότι θα οδηγήσουν σε υπεξάρθρημα ή εξάρθρημα.

Ποια είναι τα αίτια της αστάθειας του ώμου;

Η αστάθεια χαρακτηρίζεται ανάλογα αν εκδηλώνεται προς μία μόνο κατεύθυνση (πχ η κεφαλή ολισθαίνει προς τα εμπρός – πρόσθια αστάθεια) ή σε περισσότερες κατευθύνσεις (προς τα εμπρός, προς τα κάτω ή και προς τα πίσω – πολυκατευθυντική). Η πλέον συνηθισμένη μορφή της είναι η πρόσθια, πιθανόν λόγω του ότι ο αρθρικός θύλακος είναι σχετικά αδύναμος στη θέση αυτή (μπροστά στον ώμο) σε σχέση με τις υπόλοιπες.

Ο ώμος είναι η άρθρωση του σώματος με το μεγαλύτερο εύρος κίνησης σε όλους τους άξονες, επιτρέποντας την πληθώρα των κινήσεων του άνω άκρου/χεριού, όπως το να το σηκώνουμε μπροστά ή στα πλάγια, να κάνει κυκλικές κινήσεις ή ακόμα και να έρχεται πάνω και πίσω από το κεφάλι ή πίσω από τη μέση μας. Αυτή η ελευθερία κινήσεων όμως, συνοδεύεται από λιγότερη σταθερότητα (σε σχέση με άλλες αρθρώσεις όπως το ισχίο ή το γόνατο).

Όταν τα φυσιολογικά όρια των κινήσεων ξεπεραστούν (όπως σε έναν τραυματισμό) ή τα στοιχεία της άρθρωσης χαλαρώσουν και χάσουν την αντοχή τους (όπως σε συνεχή καταπόνηση από επαναλαμβανόμενες κινήσεις στη δουλειά ή στον αθλητισμό), εκδηλώνεται περισσότερο ή λιγότερο σοβαρά η αστάθεια.

Τραυματική | μετατραυματική

Η αστάθεια η οφειλόμενη σε τραυματισμό (τραυματική/μετατραυματική), οφείλεται στην διάταση («τράβηγμα») και τη ρήξη («σκίσιμο») των συνδέσμων του ώμου, συνηθέστερα μετά από κάποια πτώση ή πολύ βίαιη και ακραία κίνηση (στροφή, έλξη) του άνω άκρου/χεριού η οποία μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε βλάβη στα οστά της άρθρωσης (να σπάσει και να φύγει από τη θέση του κάποιο κομμάτι της κεφαλής ή της ωμογλήνης, με αποτέλεσμα να μην ταιριάζουν/κουμπώνουν μεταξύ τους σωστά πλέον).

Συνήθως, εκδηλώνεται αρχικά με εξάρθρημα της κεφαλής (εξάρθρημα ώμου) κατά τη στιγμή του τραυματισμού, το οποίο μετά την αρχική αντιμετώπιση (ανάταξη και περίοδος αποκατάστασης) οδηγεί σε ευαισθησία και τάση προς νέο εξάρθρημα σε πολύ πιο ήπιες και συνηθισμένες πλέον κινήσεις, αφού η αρχική βλάβη στην περιοχή δεν επουλώθηκε επαρκώς σωστά.

Αστάθεια ώμου που οφείλεται σε καταπόνηση

Αντίστοιχη είναι η εικόνα σε αστάθεια οφειλόμενη σε καταπόνηση και επαναλαμβανόμενες κινήσεις, μόνο που σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει ο αρχικός σοβαρός τραυματισμός, αλλά μια πιο προοδευτική επιδείνωση της αντοχής της άρθρωσης μέχρι την τελική εκδήλωση των ίδιων συμπτωμάτων.

Αστάθεια ώμου που οφείλεται σε χαλαρούς συνδέσμους

Σε κάποιες περιπτώσεις ασθενών, η αστάθεια οφείλεται σε πιο χαλαρούς συνδέσμους σε όλες τις αρθρώσεις του ασθενή (εκ γενετής), μια φυσιολογική κατά τα άλλα κατάσταση με αυξημένη ευλυγισία η οποία όμως χαρακτηρίζεται από την τάση προς (υπ)εξάρθρημα στον ώμο προς περισσότερες της μίας κατευθύνσεις.

Πώς γίνεται η έγκυρη διάγνωση;

Σε όλες τις περιπτώσεις, είναι χαρακτηριστική η λεγόμενη «αίσθηση επικείμενου εξαρθρήματος» που αισθάνεται ο ασθενής, όταν με ελάχιστη βία ή σε κάποιες φυσιολογικές κατά τα άλλα καθημερινές κινήσεις η ευαίσθητη (και ανεπαρκής) πλέον άρθρωση δεν μπορεί να διατηρήσει την κεφαλή στην κανονική της θέση και αισθανόμαστε ότι ο ώμος «πάει να φύγει» με αποτέλεσμα να διακόπτουμε την όποια δραστηριότητά μας εκείνη τη στιγμή προκειμένου να μη συμβεί αυτό.

Η συγκεκριμένη περίπτωση, αποτελεί και μέρος της κλινικής εξέτασης από τον Ιατρό (ο οποίος ξεκινά με ήπιους χειρισμούς να αναπαράγει αυτή την κατάσταση, μέχρις ότου ο ασθενής να διακόψει την εξέταση δηλώνοντας ότι «αισθάνεται να βγαίνει ο ώμος), αφού προσφέρει πολλές χρήσιμες πληροφορίες για τον τρόπο και την ένταση που εκδηλώνεται η αστάθεια. Σε συνδυασμό με το ιστορικό του ασθενή και τις κατάλληλες απεικονιστικές εξετάσεις (απλές ακτινογραφίες, αξονική και μαγνητική τομογραφία ή και μαγνητική αρθρογραφία) που θα δείξουν τις πιθανές βλάβες στα στοιχεία της άρθρωσης, ο Ιατρός θα μπορέσει να καταλήξει στις διαθέσιμες κατά περίπτωση επιλογές αντιμετώπισης και θεραπείας της πάθησης.

Ποια είναι η θεραπεία για την αστάθεια ώμου;

Στις περισσότερες περιπτώσεις, η αντιμετώπιση ξεκινά με προγράμματα φυσικοθεραπείας, τα οποία αποσκοπούν στην σταθεροποίηση του ώμου με ασκήσεις ενδυνάμωσης και διατήρησης της φυσιολογικής του θέσης αλλά και του μέγιστου δυνατού εύρους κίνησης προκειμένου ο ασθενής να μπορεί να χρησιμοποιεί κανονικά το χέρι του. Τα προγράμματα αυτά, μπορεί να χρειαστούν κάποιο χρονικό διάστημα προκειμένου να αποδώσουν και η πρόοδος εκτιμάται από τον Ιατρό σε τακτά χρονικά διαστήματα. Συμπληρωματικά, είναι δυνατό να συνδυαστούν με λήψη αντιφλεγμονωδών φαρμάκων και αναλγητικών για την αντιμετώπιση του πόνου και σε κάποιες περιπτώσεις και με ενδαρθρικές εγχύσεις κορτιζόνης. Για όσο διάστημα είναι απαραίτητο, ενημερώνεται ο ασθενής για το ποιες κινήσεις θα πρέπει να αποφεύγει ή να περιορίζει, ώστε να μειώνεται η συχνότητα και η ένταση των συμπτωμάτων του και των επεισοδίων αστάθειας.

Αν τα συντηρητικά μέτρα δεν αποδώσουν επαρκώς ή τα αρχικά ευρήματα είναι αρκετά σοβαρά (σχετικά μεγάλη ζημιά μετά από έναν τραυματισμό) ή ακόμα ο ασθενής έχει υψηλές καθημερινές λειτουργικές απαιτήσεις (όπως ένας νέος αθλητής), θέση στην αντιμετώπιση έχει πλέον η χειρουργική αποκατάσταση, με διαφορετική μεθοδολογία κάθε φορά ανάλογα τις βλάβες που πρέπει να αντιμετωπισθούν.

Ο ορθοπαιδικός χειρουργός έχει τη δυνατότητα να «σφίξει» έναν χαλαρό και ανεπαρκή αρθρικό θύλακο, να ενισχύσει, να ράψει και να αποκαταστήσει τους κατεστραμμένους τένοντες και συνδέσμους, ακόμα και να διορθώσει τη ζημιά στην κεφαλή του βραχιονίου και στην ωμογλήνη. Πρόκειται για επεμβάσεις μικρής και μέσης βαρύτητας, οι οποίες σύγχρονα γίνονται μόνο αρθροσκοπικά, με σημαντικό όφελος ως προς την ανάγκη νοσηλείας και στο χρόνο έναρξης αποκατάστασης (νοσηλεία 1 ημέρας).

Υπάρχουν ενδεδειγμένες ασκήσεις ενδυνάμωσης που μπορεί να κάνει ο ασθενής;

Ναι, υπάρχουν ασκήσεις ενδυνάμωσης που μπορούν να βελτιώσουν την κατάσταση. Η κάθε περίπτωση φυσικά, απαιτεί διαφορετικό χρόνο, με αντίστοιχα πρωτόκολλα κινητοποίησης του ώμου και σταδιακή επάνοδο στις δραστηριότητες, με συνεργασία του Ιατρού και του Φυσικοθεραπευτή.